Πρέπει να συμπεριφορόμαστε στα παιδιά ισότιμα με τους ενήλικες; – Το μεγάλο ντιμπέιτ!

Ακούμε αρκετά συχνά ότι τα σημερινά παιδιά είναι δύσκολα παιδιά, και η ανατροφή τους είναι πολύ πιο απαιτητική από αυτήν που ήταν κάποτε. Στα παλαιότερα χρόνια οι γονείς μεγάλωναν τα παιδιά τους χωρίς να έχουν κάποια ιδιαίτερη εκπαίδευση και ενημέρωση από ειδικούς, και ο ρόλος του καθενός στο σπίτι ήταν ξεκάθαρος. Ο πατέρας αναγνωριζόταν ως η ανώτατη εξουσία, ακολουθούσε η μητέρα και στο τέλος τα παιδιά τα οποία έπρεπε να υπακούν και τους δύο γονείς. Οι σημερινοί γονείς όμως δέχονται και βομβαρδίζονται από χιλιάδες πληροφορίες για μεθόδους ανατροφής και διαπαιδαγώγησης για να τα βγάλουν πέρα με την πρόκληση του να μεγαλώνεις παιδί στη σημερινή κοινωνία.

Τι είναι όμως αυτό που έχει αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες που από τη μια πλευρά κάνει τα σημερινά παιδιά να φαίνονται πολύ διαφορετικά, και από την άλλη κάνει τους σημερινούς γονείς να σηκώνουν τα χέρια ψηλά σε συμπεριφορές των παιδιών τους;

Η κοινωνία που ζουν και μεγαλώνουν τα σημερινά παιδιά είναι τελείως διαφορετική από αυτήν που μεγάλωναν οι δικοί μας γονείς και οι παλαιότερες γενιές. Η δομή της έχει αλλάξει και από αυταρχική έχει γίνει δημοκρατική και ως στόχο έχει την κοινωνική ισοτιμία – όλοι οι άνθρωποι απαιτούν και δικαιούνται να τους μεταχειρίζονται ισότιμα.

Οι αμφισβητήσεις των παραδοσιακών αντιλήψεων και η αλλαγή της κοινωνικής δομής δεν έχουν αφήσει τα παιδιά ανεπηρέαστα. Τα σημερινά παιδιά τις περισσότερες φορές γεννιούνται και μεγαλώνουν σε ένα οικογενειακό περιβάλλον όπου και οι δύο γονείς διεκδικούν και απαιτούν τα ατομικά τους δικαιώματα. Το δικαίωμα του αμοιβαίου σεβασμού και της ισότητας, το δικαίωμα της εργασίας και του ελεύθερου χρόνου, αν όχι σε απόλυτο βαθμό, είναι σχεδόν δεδομένα και για τους δύο γονείς. Όταν το παιδί μεγαλώνει σε ένα τέτοιο περιβάλλον, εύλογα διεκδικεί και αυτό τα δικαιώματά του.

Πάνω σε αυτή την διαδικασία της διεκδίκησης των δικαιωμάτων, τα σημερινά παιδιά δεν είναι πάντοτε διατεθειμένα να υποκύψουν στην εξουσία των γονιών τους. Για παράδειγμα, η τιμωρία δεν έχει το ίδιο αποτέλεσμα όπως είχε παλιότερα. Το παιδί σήμερα μπορεί να σκεφτεί, “Αν εσύ έχει το δικαίωμα να με τιμωρήσεις, έχω και εγώ το δικαίωμα να σε τιμωρήσω” – και εύκολα μπορεί να βρει έναν τρόπο για να το κάνει.

Το ερώτημα επομένως είναι τι μέθοδο ανατροφής πρέπει να ακολουθήσουν οι σημερινοί γονείς και με ποιο τρόπο μπορούν να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες που προκύπτουν στη διαδικασία αυτή;

Ίσως τα προβλήματα που προκύπτουν με τα παιδιά σήμερα, θα λιγόστευαν αν επιστρέφαμε σε ένα αυταρχικό μοντέλο διαπαιδαγώγησης. Θα θέλαμε όμως να ξαναγυρίσουμε στη σχέση ανώτερο προς κατώτερο και θα ήμασταν διατεθειμένοι να παραιτηθούμε από δικαιώματα που έχουμε κατακτήσει;

Στη βιβλιογραφία έχει αναφερθεί ως εναλλακτική λύση η θεωρία της επιτρεπτικότητας. Δηλαδή ένα μοντέλο διαπαιδαγώγησης που συνιστά την πλήρη απουσία ορίων με βασικό μοτίβο “ελευθερία στο παιδί”. Οι έρευνες όμως έχουν δείξει ότι το πρότυπο αυτό διαμορφώνει παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς τόσο στο περιβάλλον της οικογένειας, όσο και στο σχολικό και το γενικότερο κοινωνικό περιβάλλον των παιδιών. Τα παιδιά που μεγαλώνουν με αυτό το μοντέλο, θέλουν να κάνουν το δικό τους χωρίς να νοιάζονται για τις συνέπειες των πράξεών τους και αδιαφορούν για το κακό που μπορούν να προκαλέσουν στους άλλους.

Το μοντέλο της επιτρεπτικότητας δε βοηθάει τα παιδιά να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες της ζωής γιατί στερεί κοινωνικές δεξιότητες και μέσα επικοινωνίας, στερεί κανόνες και όρια, και καθηλώνει τα παιδιά σε ένα πρωτόγονο επίπεδο – όταν δεν ικανοποιούμαι, θυμώνω και εκρήγνυμαι μέχρι να ικανοποιήσω την ανάγκη μου. Το αποτέλεσμα είναι τα παιδιά να μην μπορούν να αναπτύξουν ανθρώπινες σχέσεις, αποπροσανατολίζονται τόσο κοινωνικά όσο και συναισθηματικά, δεν μπορούν να αυτονομηθούν και να ενταχθούν επιτυχώς στο κοινωνικό σύνολο. Καμιά κοινωνία δεν μπορεί να επιβιώσει και να λειτουργήσει ομαλά αν δεν θέτει ορισμένους περιορισμούς στη συμπεριφορά των μελών της, κάτι που ισχύει και στην μικρή κοινωνία της οικογένειας.

Μπορούμε να μιλάμε για ισοτιμία γονιών και παιδιών;

Θα επανέλθουμε λίγο στο θέμα των δικαιωμάτων, για να διευκρινίσουμε σε τι ακριβώς αναφέρεται η κοινωνική ισοτιμία μεταξύ των γονιών και των παιδιών. Σίγουρα οι περισσότεροι συμφωνούμε με τις αρχές της δημοκρατίας που θέλουν την ίση μεταχείριση των ανθρώπων. Στην περίπτωση όμως των παιδιών κάτι φαίνεται να παρεξηγείται στην όλη αυτή αντίληψη. Τα παιδιά δεν καταλαβαίνουν εύκολα ότι για να υπερασπιστεί κάποιος τα δικαιώματά του με δημοκρατικό τρόπο, πρέπει να σεβαστεί και τα δικαιώματα των άλλων. Σήμερα αρκετά παιδιά πιστεύουν ότι πρέπει να έχουν τα δικαιώματα και οι γονείς τους τις ευθύνες.

Αυτή η λανθασμένη πεποίθηση προκύπτει τις περισσότερες φορές από την υπερπροστατευτικότητα των γονιών. Πολλοί γονείς προστατεύουν τα παιδιά τους από τις συνέπειες της συμπεριφοράς τους και έτσι καλλιεργούν την ανευθυνότητα δημιουργώντας μια λανθασμένη αντίληψη σχετικά με τα δικαιώματα και τις ευθύνες. Αν θέλουμε όμως να μιλάμε για δημοκρατική κοινωνία πρέπει να διαμορφώσουμε υπεύθυνους πολίτες ξεκινώντας από το σπίτι, μεγαλώνοντας υπεύθυνα παιδιά.

Από την στιγμή που έχει παρατηρηθεί και έχει αναφερθεί στη βιβλιογραφία ότι η τιμωρία πλέον δεν είναι τόσο αποτελεσματική όσο ήταν στο παρελθόν, η σχέση ανάμεσα στους γονείς και στα παιδιά ίσως πρέπει να μπει σε νέες βάσεις. Η ισοτιμία όμως δεν πρέπει να ερμηνευτεί σε καμία περίπτωση σαν ισότητα. Οι γονείς σίγουρα δεν έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις με τα παιδιά τους και ούτε μπορούν να συγκριθούν τα προνόμια, οι γνώσεις και οι εμπειρίες που έχουν με αυτές των παιδιών.

Με τον όρο ισοτιμία περιγράφεται η ισότιμη σχέση των μεγάλων με τα παιδιά σε ό,τι αφορά την αξιοπρέπεια και την αξία τους ως άτομα. Τα παιδιά όπως και οι μεγάλοι έχουν το αναφέρετο δικαίωμα του σεβασμού και της εκτίμησης. Η ισότιμη σχέση δίνει το δικαίωμα της επιλογής στα παιδιά προσφέροντας ευκαιρίες για να πάρουν αποφάσεις (μέσα σε ορισμένα πλαίσια), αλλά ταυτόχρονα πρέπει να έχουν και την ευθύνη για αυτές.

Στην ισότιμη σχέση η τιμωρία αντικαθίσταται από το μοντέλο της επιλογής, αφήνοντας τα παιδιά να πάρουν την ευθύνη των πράξεών τους (εξαιρούνται φυσικά οι επικίνδυνες καταστάσεις). Η ισοτιμία καλλιεργεί την αυτοπειθαρχία αφήνοντας τα παιδιά να υποστούν τις φυσικές και λογικές συνέπειες της συμπεριφοράς τους. Οι γονείς κατευθύνουν τα παιδιά βάζοντας ξεκάθαρα όρια και ορίζουν τους κανόνες με σταθερότητα και συνέπεια χωρίς όμως να τιμωρούν το παιδί κάνοντας επίδειξη εξουσίας.

Στην ισότιμη σχέση οι γονείς χρησιμοποιούν τις λογικές συνέπειες αναγνωρίζοντας τα δικαιώματα και τον αμοιβαίο σεβασμό, χωρίς να κρίνουν και να χαρακτηρίζουν το παιδί. Δεν απειλούν το παιδί με στέρηση αγάπης και ούτε το υποβιβάζουν. Αντίθετα χρησιμοποιούν φιλικό τόνο φωνής και δείχνουν καλή διάθεση για συνεργασία. Δεν απαιτούν με αυταρχικότητα την υπακοή, αλλά αφήνουν τις λογικές συνέπειες να ακολουθήσουν επιτρέποντας στο παιδί να επιλέξει.

Η μέθοδος διαπαιδαγώγησης που θα ακολουθήσουν οι γονείς είναι σίγουρα δική τους επιλογή. Αυτό όμως που θα πρέπει να θυμούνται, είναι ότι η υποτίμηση και ο υποβιβασμός της ξεχωριστής οντότητας του παιδιού, όχι μόνο δεν θα βοηθήσει τη σχέση τους, αλλά δε θα βοηθήσει και την υγιή ανάπτυξη και εξέλιξη του παιδιού σε μια ολοκληρωμένη και συγκροτημένη προσωπικότητα.

Οι γονείς και οι ενήλικες γενικότερα, δεν θα πρέπει συμπεριφέρονται στα παιδιά σαν να έχουν λιγότερη αξία επειδή είναι ηλικιακά μικρότεροι. Ο σεβασμός, η εκτίμηση και η αποδοχή είναι δικαιώματα όλων μας, και τα παιδιά δεν εξαιρούνται από αυτό το κατακτημένο δικαίωμα. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να επιτρέπουν στα παιδιά να μεγαλώνουν με πλήρη ελευθερία και με έλλειψη ορίων. Το κλειδί είναι να βρεθεί η ισορροπία ανάμεσα σε αυτά τα δύο σεβόμενοι πάντα τις ανάγκες και τα δικαιώματα των παιδιών.

Ελένη Σίγκου για
Parentshelp.gr

Βιβλιογραφία:

Dinkmeyer, D. & MacKay, G. (1997). Σχολείο για γονείς. Αθήνα. Εκδόσεις Θυμάρι.

Rogge, J. U. (2007). Τα Παιδιά Χρειάζονται Όρια – τα έχουν ανάγκη. Εκδόσεις Θυμάρι. Αθήνα

Site Footer

Sliding Sidebar

Πρόσφατα